«Χρόνια κατεβαίναμε κι’ ανεβαίναμε. Μάταια. Ήταν φανερό πως το βουνό δεν ήθελε να μας ελευθερώσει. Στο τέλος το πήραμε απόφαση. Η περασμένη ζωή μας είχε τελειώσει. Σταμάτησε τη νύχτα που μας ξέχασαν στο βουνό οι πατεράδες μας. Σκέφτηκα πως ίσως μας έκρινε ανάξιους ο Θεός. Πως φερθήκαμε αχάριστα και αλαζονικά... - Ναι, σιγά μην είμαστε και οι πρωτόπλαστοι, παρατήρησε η Εύα με έναν μορφασμό. Από τότε άρχισαν να με βασανίζουν διάφορες σκέψεις. Όπως η ύπαρξη του Θεού και η ζωή μετά θάνατον, ερωτήματα που μέχρι τότε δεν τους έδινα και μεγάλη σημασία. Απομόνωσα ένα μικρό χώρο της ταβέρνας, μάζεψα όσες σκόρπιες εικόνες βρήκα, κατασκεύασα έναν ξύλινο σταυρό κι’ άρχισα να ανάβω κάθε μέρα κεριά, με οικονομία βέβαια, γιατί παρ’ όλες τις προσευχές μου, δεν ήμουν σίγουρος πόσα χρόνια θα μέναμε ακόμα με τους ίσκιους...» Add a caption Ιασεμιά για έναν δολοφόνο Πάνος Πρωτοπαπάς «Χρόνια κατεβαίναμε κι’ ανεβαίναμε. Μάταια. Ήταν φανερό πως το βουνό δεν ήθελε να μας ελευθερώσει. Στο τέλος το πήραμε απόφαση. Η περασμένη ζωή μας είχε τελειώσει. Σταμάτησε τη νύχτα που μας ξέχασαν στο βουνό οι πατεράδες μας. Σκέφτηκα πως ίσως μας έκρινε ανάξιους ο Θεός. Πως φερθήκαμε αχάριστα και αλαζονικά... - Ναι, σιγά μην είμαστε και οι πρωτόπλαστοι, παρατήρησε η Εύα με έναν μορφασμό. Από τότε άρχισαν να με βασανίζουν διάφορες σκέψεις. Όπως η ύπαρξη του Θεού και η ζωή μετά θάνατον, ερωτήματα που μέχρι τότε δεν τους έδινα και μεγάλη σημασία. Απομόνωσα ένα μικρό χώρο της ταβέρνας, μάζεψα όσες σκόρπιες εικόνες βρήκα, κατασκεύασα έναν ξύλινο σταυρό κι’ άρχισα να ανάβω κάθε μέρα κεριά, με οικονομία βέβαια, γιατί παρ’ όλες τις προσευχές μου, δεν ήμουν σίγουρος πόσα χρόνια θα μέναμε ακόμα με τους ίσκιους...»