Μελετώντας τούς ψαλμούς διαπιστώνει κανείς τό φορτίο τῆς εὐθύνης νά εἶναι πλασμένος ὡς κάτι λιγότερο ἀπό ἄγγελος. Καθιστώντας τους ὅμως ὑλικό τῆς προσευχῆς του, ἀνακαλύπτει πώς αὐτή ἡ ἰδιότητά του γίνεται τελικά προνόμιο καί πώς ἔχει τή δυνατότητα νά γίνει δύναμη ἔμπνευσης καί ἀπογείωσης, ὅταν ἀναρωτιέται «ποιός θά μοῦ δώσει φτερά νά φύγω καί νά ἡσυχάσω;» (Ψαλμ. 54: 7). Καί ποῦ ἀλλοῦ ἄν ὄχι πρός Ἐκεῖνον ὁ Ὁποῖος «μᾶς σώζει ἀπό ὀλιγοψυχία καί ἀπό καταιγίδα» (Ψαλμ. 54: 9);