π. Βασίλειος Αργυριάδης
Τρεις μικρές παράγραφοι είναι η σημερινή ευαγγελική περικοπή. Τρείς μικρές ενότητες, με τρία ξεχωριστά θέματα. Σε μια πρώτη ανάγνωση μοιάζουν ίσως ασύνδετα μεταξύ τους. Στην πραγματικότητα, όχι μόνο ασύνδετα δεν είναι, αλλά εκφράζουν υπαινικτικά, σαν αδρό πανόραμα, τα βασικά σημεία της μίας και ενιαίας πνευματικής πορείας που η Εκκλησία μάς καλεί να βαδίζουμε.
Η πρώτη ενότητα μιλά για τη συγχώρηση. Αν δεν συγχωρούμε τους άλλους, τότε ούτε εμάς πρόκειται να μας συγχωρεί «ὁ πατὴρ ἡμῶν ὁ οὐράνιος». Σε όλη την επίγεια αποστολή Του, ο Χριστός τοποθέτησε την άφεση των αμαρτιών στο κέντρο της διδασκαλίας Του. Και η κοινότητα της Εκκλησίας που προέκυψε από αυτή την αποστολή, δεν μπορεί παρά να ζει και να εφαρμόζει τη συγχώρηση. Είναι αφετηριακό γεγονός για όποιον εισέρχεται στην Εκκλησία. Η έναρξη της χριστιανικής ζωής όλων μας, στη βάπτιση, σηματοδοτείται από μια άφεση αμαρτιών, μάς συγχωρούνται οι αμαρτίες. Κι η συγχώρηση είναι πλέον και δικό μας χρέος — αφού είναι συνθήκη εισαγωγής στην Εκκλησία είναι και όρος ύπαρξης της ζωής μέσα στην Εκκλησία˙ η αρχή κάθε χριστιανικής ζωής και το έθος της, η εναρκτήρια δωρεά και το καθημερινό έκτοτε καθήκον.
Η κίνηση της συγχώρησης είναι μια κίνηση προς τα έξω: μια κίνηση που απευθύνεται στους άλλους, τους έξω από μας. Όταν ο Χριστός θα ξαναμιλήσει για τη συγχώρηση, αργότερα στο ευαγγέλιο του Ματθαίου (18,26-35), θα χρησιμοποιήσει μια παραβολή με εικόνες απόφασης και εξωτερικών πράξεων— ο βασιλιάς που χαρίζεται με λόγια και έργα σε κάποιον δούλο του, και ο δούλος που απέναντι στον συνδούλο του, αποτυγχάνει να μιμηθεί το παράδειγμα του βασιλιά… Η συγχώρηση δεν μπορεί και για μας να είναι απλά μια σκέψη. Συγχώρηση σημαίνει απόφαση και πράξη. Ακόμα και το να αποφασίσεις να λες «καλημέρα» σε κάποιον που σε πλήγωσε βαθιά ή σε αδίκησε, αποτελεί βήμα συγχώρησης: αντί να αποστρέφεις το πρόσωπό σου απ’ αυτόν (ακόμα κι αν μένει αμετανόητος), τον εντάσσεις στον χώρο της δικής σου μέρας, τον συν-χωρείς. Δεν είναι απλό κάτι τέτοιο. Μπορεί μέσα σου να δυσκολεύεσαι, να νιώθεις ακόμα αδικημένος. Είναι όμως όρος αναντικατάστατος της χριστιανικής ζωής. Είναι μια άσκηση απόφασης και πράξης κι ας είσαι μέσα σου απρόθυμος. Είναι μια κίνηση προς τα έξω.
Αντίθετα, η δεύτερη ενότητα της σημερινής περικοπής έχει να κάνει με μια κίνηση προς τα μέσα. Ο Κύριος μάς προτρέπει να νηστεύουμε «ἐν τῷ κρυπτῷ», δηλαδή κατά τρόπο που να μη φαίνεται στους άλλους. Κι αυτό έχει εσωτερικές προεκτάσεις. Είναι μια κίνηση προς τα μέσα διότι στόχος της είναι να διανοίξει «χώρο» μέσα μας: ενώ στο κέντρο της ύπαρξης κάθε ανθρώπου βρίσκεται το εγώ, ο παντοδύναμος εαυτός και τα «θέλω» του, με τη νηστεία κάνουμε μια προσπάθεια να τιθασεύουμε το εγώ και τις επιθυμίες του. Μια δέσμη από τις πιο βασικές επιθυμίες και ανάγκες μας σχετίζεται με πράγματα υλικά. Και η πιο πρωτογενής εξ αυτών είναι η τροφή. Αν χαλιναγωγήσουμε την επιθυμία μας προς τα υλικά πράγματα, αν κάπως επιχειρήσουμε να βάλουμε σε τάξη ακόμα και την ανάγκη της ύλης, έχουμε κάνει ένα πρώτο βήμα για τη συστολή του εγώ. Μια όμορφη παραίνεση που ακούσαμε στον σημερινό όρθρο έλεγε «δεῦτε νηστεύοντες προσάξωμεν, δάκρυα κατάνυξιν καὶ ἐλεημοσύνην» — με τη νηστεία (νηστεύοντες) θα δυσκολέψουμε το εγώ μας (δάκρυα) και θα συντρίψουμε τον περήφανο εαυτό μας (κατάνυξιν), ώστε να ανοιχτούμε στον άλλο άνθρωπο (ἐλεημοσύνην). Η νηστεία είναι μια μικρή προσπάθεια, πολύ πρωτογενής, αλλά είναι μια αρχή για να ανοίξει μέσα μας λίγος χώρος για τις ανάγκες του διπλανού, να χωρέσει μέσα μας ο άλλος. Υπ’ αυτή την έννοια, η νηστεία έχει άμεση σχέση με τη συγχώρηση. Κι απαιτεί κι αυτή, όπως η συγχώρηση, απόφαση και πράξη. Αλλά είναι μια κίνηση προς τα μέσα.
Στην τρίτη ενότητα της σημερινής περικοπής ακούσαμε την παραίνεση να θησαυρίζουμε θησαυρούς «ἐν οὐρανῷ». Νωρίτερα στην περικοπή είχαμε ακούσει να γίνεται λόγος για τον πατέρα μας «τόν οὐράνιο». Άρα τι λογής θησαυροί είναι αυτοί; Αφού ως «ουρανός» εικονίζεται ο τόπος του Πατέρα μας, τότε ο Πατέρας μας είναι το ταμιευτήριο των θησαυρών μας. Κι επειδή «ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστί», καταπώς μας λέει ο ευαγγελιστής Ιωάννης (Α′ Ιωαν. 4,16), οι θησαυροί «ἐν οὐρανῷ», τους οποίους καλούμαστε να θησαυρίσουμε για λογαριασμό μας, είναι οι προσωπικές μας μετοχές αγάπης, στο ανεξάντλητο ταμιευτήριο του Πατέρα μας. Πόση αγάπη σωρεύσαμε μέσα μας, πόσο μέτοχοι της τριαδικής αγάπης αξιωθήκαμε να γίνουμε; Αυτός είναι ο στόχος της χριστιανικής ζωής.
Αλλά η αγάπη, σε αντίθεση με τη νηστεία και τη συγχώρηση, δεν είναι απόφαση. Δεν μπορούμε να αποφασίσουμε ένα πρωί να έχουμε μέσα μας αγάπη. Η αγάπη χαρίζεται απ’ τον ουρανό, είναι δώρο του Θεού μέσα μας. Εμείς αυτό που κάνουμε είναι να ασκούμαστε στις πράξεις της ελεημοσύνης, πράξεις σαν αυτές που ακούσαμε την προηγούμενη Κυριακή, στο Ευαγγέλιο της κρίσης. Και ασκούμαστε επίσης με τις πράξεις της συγχώρησης και της νηστείας που καλούμαστε από αύριο να εντείνουμε. Πράξεις προς τα έξω και πράξεις προς τα μέσα. Για να ανοίξει ο μέσα μας χώρος, να χωρέσουν οι άλλοι και να χωρέσει εν τέλει ο Θεός. Αυτός είναι ο δικός μας τρόπος να μετέχουμε στους θησαυρούς που είναι αποθησαυρισμένοι στο ταμείο του Πατέρα μας στον ουρανό.
Ξεκινά λοιπόν η Σαρακοστή. Θα τελέσουμε τον εσπερινό της συγχώρησης σήμερα το απόγευμα. Στην άλλη άκρη της Σαρακοστής, στη γωνιά της πασχάλιας ημέρας, το απόγευμα, μας περιμένει ένας άλλος εσπερινός, ο εσπερινός της αγάπης. Από τη συγχώρηση ξεκινάμε και για την αγάπη πορευόμαστε. Σε όλο το ενδιάμεσο θα εντείνουμε τη νηστεία και την προσευχή. Κάπως έτσι είναι και ολόκληρη η ζωή μας μέσα στην Εκκλησία: Η συγχώρηση είναι αφετηρία της ένταξής μας στη χριστιανική ζωή (με τη βάπτισή μας) και την αγάπη βάζουμε για στόχο και τέρμα της (αν μπορεί κανείς να πει ότι έχει «τέρμα» η χριστιανική ζωή…). Και σε όλο το ενδιάμεσο, παλεύουμε με αποφάσεις και πράξεις, για να τιθασεύσουμε τον σκληρό εαυτό μας, να βάλουμε τάξη στις αχαλίνωτες επιθυμίες μας, να συμμαζέψουμε το ξέχειλο εγώ μας, να κάνουμε χώρο μέσα μας για να χωρέσουν οι άλλοι, το δώρο της αγάπης, ο Θεός. Να γιατί είπαμε στην αρχή ότι η σημερινή ευαγγελική περικοπή μάς δίνει υπαινικτικά ένα πανόραμα όχι μόνο της Σαρακοστής που καλούμαστε από αύριο να διαβούμε, αλλά και ολόκληρης της χριστιανικής μας ζωής.
Ο Θεός να μας αξιώσει να βλέπουμε τη ζωή μας ως μια διαρκή Σαρακοστή, μια πορεία από τη συγχώρηση στην αγάπη, ένα στένεμα των εγωτικών επιθυμιών μας, για να πλατύνουν οι ορίζοντές μας και να χωρέσουμε μέσα μας όσο περισσότερο ουρανό γίνεται. Γιατί στον ουρανό, στον Πατέρα μας, βρίσκεται ο πραγματικός θησαυρός μας. Κι αν ανοίξουν τα μάτια μας να τον δουν, τότε εκεί θα μεταθέσουμε και την καρδιά μας — «ὅπου γάρ ἐστιν ὁ θησαυρός ὑμῶν, ἐκεῖ ἔσται καὶ ἡ καρδία ὑμῶν».