Στην αρχή ήμουν εγώ και τρία παιδιά, που μπορεί να ήταν και μαθητές μου. Ο ευφάνταστος Οδυσσέας, ο πεινασμένος Θωμάς, η Ραλλού το αγοροκόριτσο, από το πρωί ως το βράδυ με χαρές και γέλια, με τσακωμούς και φιλιώματα. Τώρα, μεταξύ μας, κανένας τους δεν ήταν από εκείνα τα παιδιά που τα λέμε «καλά» και υπάκουα. Πώς να σας το πω... δεν ήταν έτσι όπως θα τα θέλαμε να είναι.
Ύστερα ήρθαν τα βιβλία, τα ταξίδια, οι περιπέτειες σε τόπους, σε μυστικά δωμάτια, σε παλιά μοναστήρια, σε συναισθήματα, σε καλούς και δύσκολους καιρούς. Βυζαντινοί αυτοκράτορες, αρχόντισσες, γρίφοι, μυστήρια, κακοί άνθρωποι που δεν είναι τελείως κακοί!
Οι παλιοί πύργοι έχουν πάντα φαντάσματα, ακόμη και στην εποχή μας; Ο θείος Βασίλης είναι παντού και πουθενά, στην τεράστια βιβλιοθήκη του, στη Μάνη, στο Μυστρά, στη Μονεμβασιά, μεταμφιεσμένος και κανονικός; Καταστάσεις ανεξήγητες, επικές ιστορίες, για ν’ αφήνεσαι, για να χάνεσαι στον χρόνο, στις εποχές, σε στεριές και θάλασσες.
Ναυαγοί στα Μετέωρα, το τελευταίο μου βιβλίο. Η μνήμη των συναισθημάτων κάποτε ξυπνά και μας βασανίζει. Τι μ’ έπιασε και θυμήθηκα μια αγαπημένη περιπέτεια των παιδικών μου χρόνων, «Το ναυάγιο του Ειρηνικού»; Κι εκείνα τ’ απογεύματα του σχολείου που ο δάσκαλος μας διάβαζε τον Μικρό ναυαγό σε συνέχειες;
Όλ’ αυτά εγώ τα αναποδογύρισα, μετέφερα τη θάλασσα στη στεριά, σ’ έναν τόπο εξωτικό, θεϊκό, στους βράχους των Μετεώρων, σ’ ένα έρημο μοναστήρι. Εκεί που η ψυχή γίνεται σκληρή, γρανίτης κι εκεί που μπορεί να ψηλώσει τόσο πολύ, να ξεπεράσει τα ανθρώπινα μέτρα και να βρεθεί ανάμεσα στο όνειρο και στην πραγματικότητα, πιο κοντά στον ουρανό παρά στη γη! Πώς, όμως, με ποια συνταγή;
Στα ενδότερα των μοναστηριών βρίσκεις αμέτρητες ζωγραφιές. Σ’ αυτές τα παιδιά μου, οι τρεις μου ήρωες, βρήκαν την απάντηση. Στις ζωγραφιές και σ’ έναν τύπο που δεν ήθελε να βλέπει τους ανθρώπους ούτε ζωγραφιστούς!
Θα γράφω πάντα ιστορίες για παιδιά, γιατί αυτά μόνο θέλουν ν’ ακούσουν, να γελάσουν, να παίξουν, να χαρούν, να μάθουν. Εμείς οι μεγάλοι έχουμε δυστυχώς βουλωμένα τ’ αυτιά μας!
Τέλος πάντων, οι ήρωές μου όλο σε τέτοιες παράξενες καταστάσεις μπλέκουν, ίσως γιατί έχουν μεγάλη περιέργεια και θέλουν να ξέρουν ποιοι είμαστε, αν ήταν λέει σπουδαίοι άνθρωποι οι πρόγονοί μας, κι αν με την αγάπη μπορούμε να περνάμε καλύτερα την κάθε μας μέρα. Στο Μυστρά με πανσέληνο και Ο πειρατής της Μονεμβασιάς, δυο άλλες απίστευτες περιπέτειες με πρωταγωνιστές τα ίδια παιδιά, τη γνωστή ανήσυχη και περίεργη συντροφιά.
Εγώ, πάλι, όταν γράφω τέτοια βιβλία χάνομαι στη διήγηση. Δε βρίσκομαι στον τόπο, στην εποχή όπου ζω, αλλά μαζί με τους ήρωές μου μέσα στην ιστορία. Είμαι ένας αόρατος υπνοβάτης των παραμυθιών, της περιπέτειας, είμαι δίπλα στα παιδιά, στους αυτοκράτορες, στις παλιές εκκλησίες, περπατώ μαζί τους στα μονοπάτια του Μυστρά, ανεβαίνω στο παλιό κάστρο της Μονεμβασιάς, όμως κανένας δε με βλέπει. Η αλήθεια είναι πως δε μιλώ ποτέ, μην τύχει και ξυπνήσω, μην τύχει και με καταλάβει ο καιρός και με γυρίσει από κει που ήρθα.
Συχνά, ζω μια άλλη αγωνία. Άραγε, τα σημερινά παιδιά είναι ίδια με τα παιδιά που γνώρισα πριν από χρόνια, τους μαθητές μου, τα παιδιά μου; Έχουν τις ίδιες ανάγκες, παίζουν τα ίδια παιχνίδια, κάνουν παρόμοιες σκανταλιές, ακούνε την ίδια μουσική, χορεύουν τους ίδιους χορούς στα πάρτι, γελούν με τα ίδια αστεία; Τους αρέσουν οι περιπέτειες, οι ιστορίες μυστηρίου και αγωνίας; Και απορία τελευταία: Οι μεγάλοι διαβάζουν τα βιβλία μου πριν τα προτείνουν στα παιδιά;
Αναπάντητα ερωτήματα... όμως, όταν έμαθα πως μερικοί γονείς και δάσκαλοι υποχρεώνουν τα παιδιά να διαβάζουν τα βιβλία μου, και μάλιστα τους ζητούν την περίληψη της ιστορίας αφού τα τελειώσουν, στενοχωρήθηκα πολύ! Με τίποτα δε θα το ’θελα αυτό. Θα μετατρέψουμε δηλαδή τις ιστορίες μου σε μάθημα, σε αποστήθιση και καταναγκασμό; Μα εγώ τις έγραψα γιατί έτσι μ’ άρεσε και τα παιδιά θέλω να τις διαβάζουν γιατί έτσι τους αρέσει, για να περνάνε καλά, να χαίρονται, να διασκεδάζουν, να ταξιδεύουν, να ταξιδεύουμε μαζί θέλω να πω.
Θα γράφω πάντα ιστορίες για παιδιά, γιατί αυτά μόνο θέλουν ν’ ακούσουν, να γελάσουν, να παίξουν, να χαρούν, να μάθουν. Εμείς οι μεγάλοι έχουμε δυστυχώς βουλωμένα τ’ αυτιά μας!
Πηγή: diastixo.gr
Ναυαγοί στα Μετέωρα
Γιώργος Αντωνάκης
εικονογράφηση: Χρήστος Γουσίδης