Δωρεάν μεταφορικά για αγορές άνω των 30€ και άμεση αποστολή στον χώρο σας - Τ 210 32 26 343 Δωρεάν μεταφορικά για αγορές άνω των 30€ και άμεση αποστολή στον χώρο σας - Τ 210 32 26 343
ESPA
Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΠΙΟ ΠΛΑΤΩΝΙΚΟΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΛΑΤΩΝΑ

Διονύσιος Σκλήρης

Ὁ Τζόν Μίλμπανκ [John Milbank] εἶναι ἕνας ἀπό τούς πλέον δημιουργικούς Χριστιανούς στοχαστές τῆς ἐποχῆς μας, καθώς ἡ σκέψη του ἁπλώνεται στή Θεολογία, τή Φιλοσοφία, τήν Κοινωνική Θεωρία, τήν Πολιτική Θεολογία, τή Φιλοσοφία τῆς Τέχνης, τήν Πολιτισμική Κριτική κ.ἄ. Γεννημένος στό Χέρτφορντσαϊρ τό 1952, ἔχει σπουδάσει Σύγχρονη Ἱστορία στό Πανεπιστήμιο τῆς Ὀξφόρδης καί Θεολογία στό Πανεπιστήμιο τοῦ Κέιμπριτζ, ἐνῶ ἡ Διδακτορική του Διατριβή στό Πανεπιστήμιο τοῦ Μπίρμινγκχαμ ἀφοροῦσε τή σκέψη τοῦ Τζιανμπατίστα Βίκο [Giambattista Vico], τοῦ σύγχρονου ἱδρυτῆ τῆς Φιλοσοφίας τῆς Ἱστορίας, μέ ἔμφαση στήν ἀναλογία τῆς δημιουργίας (βλ. καί τό μετέπειτα ἔργο του The Religious Dimension in the Thought of Giambattista Vico, 1668–1744, Εdwin Mellen Press, Νέα Υόρκη 1991-92). Καθοριστική γιά τήν ἐξέλιξή του ἦταν ἡ ἐπίδραση τοῦ Ρόουαν Γουίλιαμς [Rowan Williams], μετέπειτα Ἀρχιεπισκόπου τοῦ Καντέρμπουρι, ἐνῶ στή σκέψη του διακρίνονται ἐπίσης ἴχνη ἀπό τή θεώρηση γιά τή συνέχεια μεταξύ φύσεως καί θείας χάριτος τοῦ Ἀνρί ντέ Λυμπάκ [Henri de Lubac] (βλ. The Suspended Middle: Henri de Lubac and the renewed split in modern Catholic Theology, William B. Eerdmans, Grand Rapids, Michigan καί Cambridge 2014) καί τή θεολογία τῆς τέχνης τοῦ Χάνς Οὔρς φόν Μπαλταζάρ [Hans Urs von Balthasar].

Τό ἔργο μέ τό ὁποῖο ἔγινε εὐρύτερα γνωστός εἶναι ἡ μελέτη του γιά τή σχέση Θεολογίας καί Κοινωνικῆς Θεωρίας (Theology and Social Theory: Beyond Secular Reason, Blackwell, Ὀξφόρδη 1990). Ὁ Μίλμπανκ ἔχει ἀρθρώσει ἕνα θεολογικό πρόγραμμα μέ ἀναφορές στήν Πολιτική Φιλοσοφία καί τήν Κοινωνική Θεωρία, στό ὁποῖο θεωρεῖ ὡς κομβική τή χριστιανική ἐμπειρία τῆς μεθέξεως, βασιζόμενη στήν ἐκκλησιαστική καί μυστική μετοχή στό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία μᾶς ἐντάσσει στή ζωή τῆς Ἁγίας Τριάδας. Θεωρεῖ ὅτι ἡ χριστιανική αὐτή ἐμπειρία μᾶλλον ὁλοκληρώνει ἀντί νά διαφοροποιεῖται ἀπό τή μέθεξη ὡς αἴτημα τῆς φιλοσοφίας τοῦ Πλάτωνα, ὁ ὁποῖος θά μποροῦσε νά θεωρηθεῖ ὡς ἕνα εἶδος «παιδαγωγοῦ εἰς Χριστόν» ἀπό κοινοῦ μέ τήν Παλαιά Διαθήκη (Πρός Γαλάτας 3,24). Καί, ὅπως ὁ Ἀθηναῖος φιλόσοφος, ὁ Μίλμπανκ ἀναζητεῖ τίς συνέπειες τῆς μεθέξεως γιά τήν πολιτική πράξη, ἀντλώντας ὡς πρός αὐτό καί ἀπό τήν Πολιτεία τοῦ Θεοῦ (De Civitate Dei) τοῦ Αὐγουστίνου Ἱππῶνος. Μία ἀπό τίς προκλητικές διαστάσεις τῆς σκέψης τοῦ Μίλμπανκ εἶναι ἡ κριτική του πρός πτυχές τῆς ἐκκοσμίκευσης στή νεωτερικότητα ἤ ἀκόμη καί τῆς θεωρίας τῶν δικαιωμάτων. Προβαίνει, ὅμως, σέ μιά συστηματική γενεαλόγηση αὐτῶν πού ἀντιλαμβάνεται ὡς προβληματικές πτυχές τῆς νεωτερικότητας ἀπό τόν νομιναλισμό τοῦ ὕστερου μεσαιωνικοῦ σχολαστικισμοῦ καί δή ἀπό τή σκέψη τοῦ Ἰωάννη Δούνς Σκώτου. Ὁ συνδυασμός συστηματικότητας καί ὀξύτητας, μέ τόν ὁποῖο ἔχει δομήσει τό πολιτισμικό του ἀφήγημα ὁ Τζόν Μίλμπανκ, τόν ἔχουν καταστήσει ἕναν ἐπιδραστικό διανοούμενο κυρίως στόν ἀγγλοσαξονικό χῶρο, μέ σημαντικές παρεμβάσεις σέ ἐπίκαιρα ζητήματα τῆς πολιτικῆς ζωῆς.
Ὁ Μίλμπανκ θεωρεῖται ὡς ὁ κύριος ἱδρυτής καί ἐκφραστής τοῦ κινήματος «Ριζοσπαστική Ὀρθοδοξία» (Radical Orthodoxy). Τό ὄνομα τοῦ κινήματος καθιερώθηκε ἀπό τόν συλλογικό τόμο Ριζοσπαστική Ὀρθοδοξία: Μιά νέα Θεολογία [John Milbank, Catherine Pickstock, Graham Ward (ἐπιμ.), Radical Orthodoxy: A New Theology, Routledge, Λονδίνο 1999]. Ἡ ἔκφραση μᾶλλον ἔχει τήν πρόθεση νά ἀποτελέσει ἕνα παράδοξο πού δείχνει ὅτι ἡ αὐθεντική ριζοσπαστικότητα δέν ἔγκειται σέ φιλελεύθερα ριζοσπαστικά θεολογικά προγράμματα, τά ὁποῖα θεωροῦν ὡς παρωχημένα τά βασικά δόγματα, ὅπως ἡ Ἁγία Τριάδα καί ἡ Ἐνσάρκωση, ἀλλά, ὅλως ἀντιστρόφως, στό νά ἐξάγουμε ὅλες τίς δραματικές συνέπειες πού ἔχουν αὐτά ἀκριβῶς τά δόγματα γιά τήν κοινωνική καί πολιτική μας συνύπαρξη. Ὡς Ὀρθοδοξία, βεβαίως, δέν ἐννοεῖται ἐδῶ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, νοεῖται, ὅμως, ἡ δογματική ὀρθοδοξία στίς βιωματικές καί κοινοτικές της προεκτάσεις, γεγονός πού φέρνει τόν Μίλμπανκ πολύ κοντά στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, καθώς τό ἐνδιαφέρον του στρέφεται ἔντονα στήν ἀρχέγονη ἀδιαίρετη Ἐκκλησία.

Ἡ αἰχμή τοῦ κινήματος «Ριζοσπαστική Ὀρθοδοξία» ἔγκειται στό ὅτι συνδυάζει δύο ἄκρα, ἤτοι ἀφενός τήν προνεωτερική Θεολογία τῆς μετοχῆς καί μιά ἀντίστοιχη Πολιτική Φιλοσοφία καί ἀφετέρου τήν πρωτοπορία τοῦ φιλοσοφικοῦ μεταμοντερνισμοῦ, προβαίνοντας ἔτσι σέ μιά διμέτωπη κριτική πολιτικῶν θεωριῶν τῆς νεωτερικότητας, τίς ὁποῖες ἀνάγει στόν νομιναλισμό. Πατέρες τῆς ἀρχέγονης Ἐκκλησίας βρίσκουν ἔτσι τή θέση τους πλάι στούς πλέον ἀνατρεπτικούς μεταμοντέρνους στοχαστές, μέ ἕναν τρόπο πολύ ἐνδιαφέροντα καί προκλητικό γιά τήν ἐπικαιροποίηση τῆς θεολογικῆς σκέψης. Βασικά αἰτήματα τῆς «Ριζοσπαστικῆς Ὀρθοδοξίας» εἶναι νά ἀρθοῦν διχασμοί, ὅπως αὐτοί ἀνάμεσα στή φύση καί τή χάρη, τόν λόγο καί τήν πίστη, τό κοσμικό καί τό ἱερό, τούς ὁποίους ἀνάγει ὄχι γενικά στόν σχολαστικισμό, ὅπως κάνουν πολλοί Ὀρθόδοξοι ἐπικριτές τῆς νεωτερικότητας, ἀλλά εἰδικά στή νομιναλιστική ἐκδοχή τοῦ σχολαστικισμοῦ. Ἐνῶ, ἀντιθέτως, τά ἔργα τοῦ Θωμᾶ Ἀκινάτη καί πιό πρίν τοῦ Αὐγουστίνου Ἱππῶνος ξαναδιαβάζονται ἀπό τό κίνημα, στήν κατεύθυνση μιᾶς ἀνάδειξης τῶν ἐντάσεων καί τῶν παραδόξων πού περιέχουν σέ ἀντίθεση πρός τήν «ὀντοθεολογική» ἑρμηνεία τους ἀπό τή νεοσχολαστική παράδοση πού χρησιμοποίησε τούς δύο μεγάλους θεολόγους γιά πολεμικούς λόγους στίς ἀπαρχές τῆς νεωτερικότητας, τόν 16ο καί 17ο αἰώνα. Ὡς «νομιναλισμός», μέ προβληματικές συνέπειες γιά τήν πνευματική ἐξέλιξη τῆς δυτικῆς σκέψης, ἐννοεῖται, θυμίζουμε, τό κίνημα τοῦ ὕστερου Μεσαίωνα πού τόνισε τήν ὀντολογική προτεραιότητα τοῦ ἀτόμου ἔναντι τῆς καθολικότητας καί συναφῶς τῆς ἀτομικῆς βουλήσεως ἔναντι τοῦ μεθεκτικοῦ νοῦ, μέ ἀποτέλεσμα τή μετέπειτα νεωτερική πρόταξη τῆς ντετερμινιστικῆς μηχανοκρατίας ἔναντι τῆς στοχαστικῆς τελεολογίας.

Ὡς κύριο πρόβλημα τοῦ νομιναλισμοῦ θεωρεῖται ἀπό τόν Μίλμπανκ ἡ «ὁμωνυμία» τῆς ἔννοιας τοῦ εἶναι μεταξύ Θεοῦ καί κτισμάτων, ἥτοι ὅτι θεωρεῖται μιά ἑνιαία ἔννοια εἶναι πού περιλαμβάνει τόσο τό κτιστό ὅσο καί τό ἄκτιστο, σέ ἀντίθεση πρός τήν παλαιότερη ἔννοια τῆς «ἀναλογίας» πού ἄφηνε χῶρο γιά μιά μέθεξη τοῦ κτιστοῦ εἶναι στό ἄκτιστο μέ σεβασμό πρός τήν ἀποφατική ὑπερβατικότητα τοῦ τελευταίου. Ἡ «Ριζοσπαστική Ὀρθοδοξία» ἑπομένως εἶναι, κατ’ ἀρχήν, ἕνα γενναῖο κίνημα ἐπανερμηνείας τῶν πηγῶν τῶν Δυτικῶν Πατέρων καί σχολαστικῶν φιλοσόφων, μέ τρόπο πού νά εἶναι ταυτοχρόνως πιό κοντά στό ἀρχέτυπο τῆς ἑλληνικῆς σκέψης, ἀλλά καί στήν αἰχμή τῆς μεταμοντέρνας πρωτοπορίας, γεγονός πού καθιστᾶ τό κίνημα ἐξαιρετικά ἐνδιαφέρον γιά τούς Ὀρθόδοξους θεολόγους μέ παρόμοιες ἀνησυχίες. Μιά εἰδική ἐφαρμογή τοῦ παραπάνω παράδοξου συνδυασμοῦ εἶναι ὅτι μελετᾶται ταυτοχρόνως ἡ νεοπλατωνική θεουργία τῆς Ὕστερης Ἀρχαιότητας καί ἡ χριστιανική εὐχαριστιακή καί λειτουργική θεολογία, ἀλλά καί τό σύγχρονο ζήτημα τοῦ κατά πόσο μποροῦν ἡ νεωτερική καί μετανεωτερική τεχνολογία νά μετάσχουν στόν Θεό στό πλαίσιο μιᾶς ὁλιστικῆς θεώρησης τῆς κατ’ εἰκόνα δημιουργικότητας τοῦ ἀνθρώπου. Ἀπό τήν ἄλλη, ἕνα θέμα ἀνοικτοῦ διαλόγου εἶναι κατά πόσο ἡ κριτική στή νεωτερικότητα θίγει σημαντικά κεκτημένα της, ὅπως λ.χ. ὁ πλουραλισμός, ἡ οὐδετεροθρησκεία τοῦ κράτους καί ἡ δημοκρατική προστασία μειονοτήτων, γιά τά ὁποῖα ὡστόσο οἱ ἐκπρόσωποι τῆς «Ριζοσπαστικῆς Ὀρθοδοξίας» προσπαθοῦν νά ἀρθρώσουν ἀπαντήσεις. Βασική, λοιπόν, ἀρετή τοῦ Τζόν Μίλμπανκ εἶναι ὅτι πρόκειται γιά ἕναν στοχαστή τοῦ διαλόγου, πού κατόρθωσε νά δημιουργήσει ὄχι μόνο μιά σχολή σκέψης, ἀλλά κι ἕνα ὁλιστικό κίνημα, πού βασίζεται ἀκριβῶς στή δυνατότητα ἐπιμέρους μελῶν του νά ἔχουν διαφορετικές ἀπόψεις παρά ἤ μᾶλλον ἀκριβῶς λόγῳ τοῦ συντονισμοῦ τους σέ ὁρισμένες βασικές ἀνησυχίες. Εἶναι μάλιστα χαρακτηριστικό ὅτι ἐξέχοντες ἐκπρόσωποι τοῦ κινήματος ἀνήκουν σέ διαφορετικούς πολιτικούς χώρους, χωρίς νά εἶναι εὔκολα ταξινομήσιμοι μεταξύ Δεξιᾶς ἤ Ἀριστερᾶς, συντηρητισμοῦ ἤ προοδευτισμοῦ, φιλελευθερισμοῦ ἤ ἀντιφιλελευθερισμοῦ, ἐνῶ ἐπίσης ἀνήκουν καί σέ διαφορετικές χριστιανικές ὁμολογίες. Αἴσθηση, ἐπίσης, προκάλεσε ὁ συνεχιζόμενος διάλογος τοῦ Τζόν Μίλμπανκ μέ τόν Σλοβένο στοχαστή Σλάβοϊ Ζίζεκ, ὁ ὁποῖος καταγράφηκε καί στά ἔργα The Monstrosity of Christ: Paradox or Dialectic? (ΜΙΤ Press, Cambridge MA 2009) καί Paul’s New Moment: Continental Philosophy and the Future of Christian Theology (Brazos Press, Grand Rapids Michigan 2010).

Διαβάστε τη συνέχεια στα ΑΝΘΙΒΟΛΑ, τεύχος 3

ΑΝΘΙΒΟΛΑ 3