ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΝΤΡΑΓΚΟΣ ΒΑΣΙΛΙΤΣΗΣ
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΑΣΠΡΟΥΛΗΣ
Τά τελευταῖα χρόνια διεξάγεται μία μεγάλη ἀκαδημαϊκή συζήτηση γύρω ἀπό τήν ἔννοια τοῦ «φονταμενταλισμοῦ». Ὑπάρχουν κάποιοι ἐρευνητές, οἱ ὁποῖοι προσπαθοῦν νά καθορίσουν τά κριτήρια προσδιορισμοῦ τῶν φονταμενταλισμῶν, ἐνῶ ἄλλοι ἀρνοῦνται τή χρησιμότητα τοῦ ὅρου1. Ὑπάρχουν ὁρισμένοι πού ὑποστηρίζουν ὅτι εἶναι ἕνα σύγχρονο φαινόμενο, ἐνῶ ἄλλοι ἐπιχειρηματολογοῦν ὑπέρ τῆς διαχρονικῆς ὕπαρξης φονταμενταλισμῶν. Στή σημερινή συνάφεια θά ὑποστηρίξω ὅτι ἐάν ὑπάρχει ἕνα τέτοιο φαινόμενο πού ὀνομάζεται «φονταμενταλισμός», αὐτό μπορεῖ νά κατανοηθεῖ μόνο σέ σχέση μέ τίς συζητήσεις γιά τήν ἐκκοσμίκευση. Ἑπομένως, θά ἤθελα νά ἀφιερώσω τό μεγαλύτερο μέρος τοῦ κειμένου μου στήν ἀνάλυση τῶν ἀνωτέρω συζητήσεων γιά τήν ἐκκοσμίκευση, συνεισφέροντας στή συνέχεια τόν δικό μου ὁρισμό περί φονταμενταλισμοῦ, ἀπό τήν ὀπτική τῆς ἄρνησης τοῦ ριζοσπαστικοῦ πολιτικοῦ πλουραλισμοῦ. Θά ὁλοκληρώσω τό παρόν κείμενο διατυπώνοντας τήν ἄποψη ὅτι γιά τήν Ὀρθοδοξία, τό νά ζεῖ καί νά σκέφτεται ὡς Παράδοση2 σημαίνει νά καταφάσκει ἕναν ριζοσπαστικό πολιτικό πλουραλισμό.
Τί σημαίνει «Κοσμικό»;
Τό «κοσμικό» εἶναι μιά λέξη πού ξενίζει τούς χριστιανούς. Συνήθως συσχετίζεται κυρίως μέ μία κοινωνία πού προσπαθεῖ νά ἐξαλείψει τή θρησκεία ἤ νά τήν ἐξοβελίσει ἀπό τή δημόσια ζωή, στήν ὁποία περιλαμβάνεται ἡ πολιτική, ἡ διακυβέρνηση καί ὁ πολιτισμός, ἰδιωτικοποιώντας τη στή σφαίρα τοῦ ἀτομικοῦ3. Ἐπιπλέον, ἡ ἔννοια τοῦ κοσμικοῦ σχετίζεται ἰδιαίτερα μέ τή δυτική φιλελεύθερη σκέψη, ἡ ὁποία θεωρεῖται κατεξοχήν ὡς ἀθεϊστική. Ἰδιαίτερα στόν Ὀρθόδοξο κόσμο, εἶναι σύνηθες φαινόμενο οἱ Ὀρθόδοξοι θεολόγοι νά καταφέρονται ἐνάντια στήν ἀθεϊστική ἐκκοσμίκευση τῆς Δύσης. Στήν πραγματικότητα, ὑπάρχουν τόσο χριστιανοί θεολόγοι ὅσο καί μή-χριστιανοί, ἄθεοι πανεπιστημιακοί στή Δύση, οἱ ὁποῖοι ἀσκοῦν κριτική στήν ἐκκοσμίκευση, ὁρισμένοι δέ φτάνουν σέ σημεῖο νά δηλώνουν ὅτι ζοῦμε σέ ἕναν μετα-κοσμικό κόσμο, ἄν καί τέτοιες δηλώσεις ἐξαρτῶνται τελικά ἀπό τό πῶς ὁρίζουμε τήν ἔννοια τοῦ «κοσμικοῦ»4.
Ἐάν ρίξουμε μιά ματιά στήν ἱστορία τῆς ἐξέλιξης τοῦ ὅρου, παρατηροῦμε ὅτι χρησιμοποιήθηκε γιά πρώτη φορά γιά νά προσδιορίσει τήν ἔγχρονη παρουσία μας στή γῆ μέχρι τή Δευτέρα Παρουσία καί τήν ἐσχατολογική ὁλοκλήρωση τοῦ κόσμου5. Στή συνέχεια, κυρίως στή Λατινική Δύση, σήμαινε τήν ἀντίθεση ἀνάμεσα στόν κλῆρο καί τά μοναστικά τάγματα, ἐννοώντας ὅτι ὁ κλῆρος ἐξετάζει καί ἀσχολεῖται μέ ἁπτά ζητήματα τῆς καθημερινότητας, ἐνῶ οἱ μοναχοί ἑστιάζουν ἀποκλειστικά σέ πνευματικά ζητήματα τά ὁποῖα ἀναφέρονται στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Μετά τή Μεταρρύθμιση τό κοσμικό ἄρχισε νά συσχετίζεται μέ ζητήματα πού δέν ἀφοροῦσαν τήν Ἐκκλησία, ὅπως εἶναι τά θέματα τῆς κρατικῆς διακυβέρνησης. Οἱ νέες προτεσταντικές κοινωνίες δέν ἦταν προφανῶς ἀντίθετες στή θρησκεία, ἀλλά ἐπιθυμοῦσαν νά διακρίνουν ἀνάμεσα στήν Ἐκκλησία, ἡ ὁποία ἀποτελεῖται ἀπό τούς χριστιανούς, αὐτούς δηλαδή πού σώζονται μέ βάση τήν πίστη, καί τίς πτυχές τῆς καθημερινῆς ζωῆς, δηλαδή τήν ἴδια τήν πολιτεία, ἡ ὁποία ἀποτελεῖται ἀπό αὐτούς πού εἴτε σώζονται εἴτε ὄχι, καί ἡ ὁποία ἀποτελοῦσε τό πεδίο ὅπου οἱ χριστιανοί τελοῦν ἀγαθές πράξεις πού δέν ἀξίζουν σωτηρία. Αὐτό πού ἔχει σημασία ἐδῶ εἶναι, μέ ἁπλά λόγια, ὅτι οἱ κοσμικοί ἄρχισαν νά συνδέονται μέ αὐτό τό τμῆμα τῆς κοινωνίας, ὅπου τόσο οἱ χριστιανοί πού εἶχαν σωθεῖ μέ τήν πίστη τούς ὅσο καί ἐκεῖνοι πού δέν εἶχαν σωθεῖ –τμῆμα τό ὁποῖο περιλάμβανε ἐκείνους πού ἦταν χριστιανοί ἀλλά καί τούς μή χριστιανούς– ἔπρεπε νά ζήσουν μαζί, καί στό ὁποῖο οἱ χριστιανοί πού εἶχαν σωθεῖ, ἔπαιζαν σημαντικό ρόλο. Ἡ θρησκεία, προφανῶς, ἦταν πολύ σημαντική στίς προτεσταντικές κοινωνίες ἐκείνης τῆς ἐποχῆς, ἀλλά βλέπουμε ἤδη στή Μεταρρύθμιση κάποιες ἀπό τίς διακρίσεις πού ἐπρόκειτο νά διαδραματίσουν κεντρικό ρόλο στή μεταγενέστερη δυτική πολιτική σκέψη, ὅπως εἶναι ὁ διαχωρισμός τῆς Ἐκκλησίας ἀπό τό Κράτος, ἔστω κι ἄν ὁ Λούθηρος καί ὁ Καλβίνος θά ἀπέρριπταν τήν κατάσταση πού ἔχει διαμορφωθεῖ σήμερα σέ πολλές δυτικοευρωπαϊκές κοινωνίες.
Μετά τόν Διαφωτισμό, ἡ λέξη «κοσμικό» ἄρχισε ὅλο καί περισσότερο νά σημαίνει μιά κοινωνία στήν ὁποία ἡ θρησκεία δέν ἐπηρεάζει τήν πολιτική καί τή διακυβέρνηση. Προβλεπόταν ἡ ἐλευθερία τῶν θρησκευτικῶν πεποιθήσεων καί πρακτικῶν, ἀλλά ἡ θρησκεία ἔπρεπε πλέον νά ἀσκεῖται ἰδιωτικά, δίχως καμία ἐπιρροή στήν πολιτική, τή διακυβέρνηση ἤ τόν πολιτισμό. Ἐντέλει, σέ ἐκείνη τή νέα κοινωνική κατάσταση θεωρήθηκε ὅτι μέ τήν πρόοδο τῆς ἐπιστήμης, τοῦ βιομηχανικοῦ ἐκσυγχρονισμοῦ καί τῆς τεχνολογίας, ἡ θρησκεία δέν θά χρειαζόταν πλέον, ὅτι οἱ ἄνθρωποι θά σταματοῦσαν τελικά νά πιστεύουν καί ἡ θρησκεία θά ἐξαλειφόταν, ἐκτός ἀπό μερικούς ζηλωτές πιστούς.
Διαβάστε τη συνέχεια στα ΑΝΘΙΒΟΛΑ τεύχος 4-5